- Θυμβραίου
- Θυμβραί̱ου , Θυμβραῖοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θύμβρη ή Θύμβρα — Αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας, στα ΝΑ της Τροίας. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, η ονομασία αυτή δόθηκε από τον Δάρδανο, προς τιμή του συντρόφου του Θυμβραίου. Όπως αναφέρει ο Στράβωνας, κοντά στο σημείο της συμβολής του Σκάμανδρου και του… … Dictionary of Greek